... στριφογυρίζει στο μυαλό ξυπνώντας
με σύρματα πίσω απ' τα μάτια, διπλώνοντας τα χέρια
στη μέση. Ξυπνά, με τα νευρώδη,
τεντωμένα δάχτυλα να κροταλίζουν,
να του φιμωνουνε τη γλώσσα.
Ξυπνάμε, στριφογυρίζουμε.
με σύρματα πίσω απ' τα μάτια, διπλώνοντας τα χέρια
στη μέση. Ξυπνά, με τα νευρώδη,
τεντωμένα δάχτυλα να κροταλίζουν,
να του φιμωνουνε τη γλώσσα.
Ξυπνάμε, στριφογυρίζουμε.
Με τη ράχη στο πάτωμα,
τη ραχοκοκαλιά του να γυρίζει,
το στήθος του βαθουλωμένο,
αέρα στις συνδέσεις, σπίθες
πέφτουν από τα σύρματα του ταβανιού, πάνω
στα σπινθιριστά του νύχια. Βήχει, φωνάζει.
Ο δίδυμος πίσω απ' τα μάτια βήχει, φωνάζει.
Ο σκοτεινός δίδυμος διπλώνεται στο πάτωμα,
καταπίνει τη γλώσσα του. Τιναγμένος στο σκοτεινό
πάσαλο συνδεδεμένος με τα κυκλώματα πίσω
από τα μάτια, ο σκοτεινός δίδυμος ελευθερώνει
τη ραχοκοκαλιά του, χτυπά τις παλάμες του
στο ταβάνι. Φορτισμένες φυσαλίδες πετούν.
Το ταβάνι, πολωμένο, τσακίζει το μάγουλο με μέταλλο.
Σκίζει το δέρμα ελεύθερο. Σκίζει πλευρά,
σκίζει στήθος το καμπυλωμένο μέταλλο,
μαύρο, πίσω απ' τα ραγίσματα που είναι
τα ξεραμένα και σκασμένα χείλη του. Κι άλλο.
Μηροί και ώμοι τρίβονται στο πάτωμα
χαλκοπράσινοι απ' την άλμη των δακρύων.
τη ραχοκοκαλιά του να γυρίζει,
το στήθος του βαθουλωμένο,
αέρα στις συνδέσεις, σπίθες
πέφτουν από τα σύρματα του ταβανιού, πάνω
στα σπινθιριστά του νύχια. Βήχει, φωνάζει.
Ο δίδυμος πίσω απ' τα μάτια βήχει, φωνάζει.
Ο σκοτεινός δίδυμος διπλώνεται στο πάτωμα,
καταπίνει τη γλώσσα του. Τιναγμένος στο σκοτεινό
πάσαλο συνδεδεμένος με τα κυκλώματα πίσω
από τα μάτια, ο σκοτεινός δίδυμος ελευθερώνει
τη ραχοκοκαλιά του, χτυπά τις παλάμες του
στο ταβάνι. Φορτισμένες φυσαλίδες πετούν.
Το ταβάνι, πολωμένο, τσακίζει το μάγουλο με μέταλλο.
Σκίζει το δέρμα ελεύθερο. Σκίζει πλευρά,
σκίζει στήθος το καμπυλωμένο μέταλλο,
μαύρο, πίσω απ' τα ραγίσματα που είναι
τα ξεραμένα και σκασμένα χείλη του. Κι άλλο.
Μηροί και ώμοι τρίβονται στο πάτωμα
χαλκοπράσινοι απ' την άλμη των δακρύων.
Ξυπνούν.
Ξυπνάμε, στριφογυρίζουμε.
Ξυπνάμε, στριφογυρίζουμε.
Εκείνος, μπουκωμένος μ' αίμα, γυρίζει,
γεννημένος, στο υγρό πάτωμα...
γεννημένος, στο υγρό πάτωμα...
από το The Dark Twin
Της Μαίριλυν Χάκερ, σε μετάφραση Δημήτρη Αρβανίτη, από τη ΒΑΒΕΛ-17 του Σάμιουελ Ντηλέηνυ.
Ήταν μία ανταπόκριση από το μέλλον, για τη Μένα.
Έχεις κάποιο ποίημα από sci-fi; Μη ντρέπεσαι, ανέβα στο βήμα.
3 σχόλια:
Αυτό δεν ήταν, το αγόρι Σαμουήλ, που πέρασε από την Αθήνα χίπικα και ζούσε παίζοντας μουσικές στα αμερικαν μπαρζ της Γλυφάδος;
Ο δίδυμος πίσω απ' τα μάτια βήχει, φωνάζει
Ο σκοτεινός δίδυμος διπλώνεται στο πάτωμα,
καταπίνει τη γλώσσα του
Der Doppelgänger
Έχει το ίδιο πρόσωπο με μένα,
Το ίδιο βλέμμα, την ίδια τη φωνή
Ως και τα γούστα μας είναι τα ίδια
Σαν δυο κομμάτια απ’ την ίδια μηχανή.
Δεν είμαι εγώ, είναι αυτός,
Ο δίδυμός μου αδερφός.
Ίδιος και διαφορετικός,
Και μ’ άλλο όνομα γνωστός.
Στο δρόμο μού μιλάει άγνωστος κόσμος,
Κόσμος που δεν τον έχω ξαναδεί
Και μ’ άλλο όνομα με χαιρετάνε,
Θα με περνάνε για τον άλλο, δηλαδή.
Δεν είμαι εγώ κ.λπ.
Με είδαν, είπανε, στη Δύση,
Χθες μεσημέρι, ώρα δύο και μισή.
Μην τους το πεις, μην τους το μαρτυρήσεις,
Πως τέτοια ώρα ήμουν στην Ανατολή.
Δεν είμαι εγώ κ.λπ.
Το βράδυ μεσ’ στους έρημους τους δρόμους
Κάποιος ζυγώνει από πέρα μακριά
Όταν με φτάσει και συναντηθούμε
Θα με κοιτάζει η δική μου η ματιά
Δεν είμαι εγώ κ.λπ.
Δεν είμ’ αυτός που νόμιζες πως ήμουν
«Είμ’ ένας άλλος», όπως είπε κι ο Ρεμπώ.
Αυτά που ήξερες για μένα ξέχασέ τα,
Γιατί τον άλλον ήξερες τόσο καιρό.
@elias, πολύ χαίρομαι με αυτή τη συνάντηση διδύμων.
Δημοσίευση σχολίου